Σάββατο 3 Νοεμβρίου 2012

Ο εμφύλιος πόλεμος στην Ελλάδα 1946-1949 (3)


Η σύγκρουση

Παίρνοντας υπόψη τις παρατηρήσεις πού έγιναν πάνω στις στρατηγικές, προχωρούμε στον υπολογισμό των αποδόσεων:

ΑΙ εναντίον Β2 ή A1 εναντίον Β3: Και στις δύο περιπτώσεις το αποτέλεσμα είναι εμφύλιος πόλεμος δυσμενής για τον Α για λόγους πού έχουμε ήδη εξηγήσει. Άρα καθορίζουμε την απόδοση με έναν αρνητικό αριθμό, έστω τον -30 και για τις δύο περιπτώσεις, διότι ή διαφορά ανάμεσα στις στρατηγικές Β2 και Β3 δεν θα προφτάσει να εκδηλωθεί.

Α2 εναντίον B1, A3 εναντίον B1, Α4 εναντίον B1: Σ’ όλες αυτές τις περιπτώσεις το αποτέλεσμα είναι εμφύλιος πόλεμος ευνοϊκός για τον Α. Πραγματικά, ό κρατικός μηχανισμός (στρατός και αστυνομία) δεν είναι ακόμα αρκετά ισχυρός και δεν είναι πλήρως υποταγμένος στις αντιδραστικές δυνάμεις. Επιπλέον θα ήταν πολύ δύσκολο ή μάλλον αδύνατο για τα αγγλικά στρατεύματα να επέμβουν ανοικτά υπέρ μιας απρόκλητης αντιδραστικής δικτατορίας, και μάλιστα εναντίον του συνόλου των δημοκρατικών δυνάμεων, διότι άλλωστε πριν λίγους μήνες είχαν παρουσιαστεί σαν εγγυητές τής συμφωνίας τής Βάρκιζας. Άρα, απόδοση: +30.

Α1 εναντίον Β1: ’Εδώ το στοιχείο του αιφνιδιασμού δε θα υπάρχει μια πού και οι δύο αντίπαλοι είναι λίγο - πολύ έτοιμοι για ένοπλο αγώνα. Αντίθετα, οποίος αρχίσει πρώτος την απρόκλητη επίθεση θα αναλάβει απέναντι στο Λαό και τις ευθύνες τής σύγκρουσης. Επομένως, η απόδοση θα είναι +30 ή -30.

Α2 εναντίον Β2, Α2 εναντίον Β3, A3 εναντίον Β2, A3 εναντίον Β3: Είναι όλες περιπτώσεις δυσμενείς για τον Α για λόγους πού έχουμε εξηγήσει από προηγούμενα. Βάζουμε σαν αντίστοιχες αποδόσεις: -50, -60, -70, -40. Δε μάς χρειάζεται να αιτιολογήσουμε τις διαφορές μεγέθους ανάμεσα τους· διότι, όπως θα δούμε παρακάτω, για τη λύση του πίνακα πού θα προκύψει μάς αρκεί ότι ξέρουμε πώς πρέπει να είναι αρνητικοί αριθμοί.

Α4 εναντίον Β2 καί Α4 εναντίον Β3: Και τα δύο οδηγούν σε κατάσταση ευνοϊκή για τον Α, όπως ήδη έχουμε εξηγήσει. Αλλά ή κατάσταση αυτή είναι λιγότερο ευνοϊκή για τον Α από αυτήν πού προκύπτει από το Α4 εναντίον Β1, διότι ή τελευταία περίπτωση αποτελεί μια περισσότερο καθαρή, αποφασιστική και ριζική αλλαγή. Αν συγκρίνουμε τα Α4 εναντίον Β2 και Α4 εναντίον Β3 μεταξύ τους, συμπεραίνουμε ότι το Α4 εναντίον Β3 οδηγεί σε ευνοϊκότερη για τον Α κατάσταση. Πραγματικά σε μια χώρα σαν την Ελλάδα αυτή την εποχή, όπου έπρεπε να λυθούν οξύτατα πολιτικά, οικονομικά και κοινωνικά προβλήματα και όπου οι δυνατότητες κοινοβουλευτικών ελιγμών ήταν περιορισμένες για τις αντιδραστικές δυνάμεις, μια ομαλή δημοκρατική ζωή (πού θα ήταν επακόλουθο τής Β3) θα οδηγούσε σε ταχύτερα αποτελέσματα. Άρα, οι αποδόσεις καθορίζονται: Α4 εναντίον Β2: 10 και Α4 εναντίον Β3: 20.

Τελικά ο πίνακας παιγνιδιού διαμορφώνεται ως έξης:




Οι αριθμοί του πίνακα αντιπροσωπεύουν τις αποδόσεις του Α. Για να βρούμε τις αντίστοιχες αποδόσεις του Β πρέπει να αλλάξουμε το αλγεβρικό σημείο αυτών των αριθμών. Από δω βγαίνει το συμπέρασμα ότι ο Α επιδιώκει η τελική απόδοση να είναι όσο το δυνατόν μεγαλύτερη. Αντίθετα ο Β επιδιώκει η τελική τιμή να είναι όσο το δυνατόν μικρότερη. Γι’ αυτό ο παίκτης Α (του οποίου τις αποδόσεις αντιπροσωπεύουν οι αριθμοί του πίνακα) ονομάζεται μεγιστοποιός παίκτης (maximisant), ενώ ο παίκτης Β ονομάζεται ελαχιστοποιός παίκτης (minimisant). Θεωρούμε τέλος ότι και ο Α και ο Β γνωρίζουν αυτόν τον πίνακα. Για την επίλυση του πίνακα εργαζόμαστε ως εξής: Σημειώνουμε τις ελάχιστες τιμές κάθε γραμμής (-30, -60, -70, 10) και επιλέγουμε την μεγίστη. Άρα maximin = 10. Σημειώνουμε τις μέγιστες τιμές κάθε στήλης (30, 10, 20) και επιλέγουμε την ελαχίστη. Άρα minimax = 10. Παρατηρούμε ότι  maximin = minimax = 10, άρα υπάρχει σημείο ισορροπίας στις στρατηγικές Α4, Β2.


Υπάρχει σημείο ισορροπίας στην απόδοση Α4 εναντίον Β2: 10. Αυτό το σημείο ισορροπίας θα είναι προφανώς το ίδιο, ανεξάρτητα από το μέγεθος των αρνητικών αποδόσεων Α2 εναντίον Β2, Α2 εναντίον Β3, A3 εναντίον Β2, A3 εναντίον Β3. Θα είναι επίσης το ίδιο ανεξάρτητα από τις δύο περιπτώσεις για το Α1 εναντίον Β1 (30 ή -30).

Άρα οι άριστες στρατηγικές του παιγνιδιού είναι το ζευγάρι Α4 εναντίον Β2 και η απόδοση του παιγνιδιού είναι 10.

Όπως είναι γνωστό από τα γεγονότα πού εξελίχτηκαν τότε στην Ελλάδα, ο Α ακολούθησε τη στρατηγική Α2 (πού δεν ήταν ή άριστη γι’ αυτόν), ενώ ό Β ακολούθησε την «άριστη» γι’ αυτόν στρατηγική Β2, με αποτέλεσμα την ήττα του A (-50).

Κώστας Φιλίνης, Θεωρία των Παιγνίων και Πολιτική Στρατηγική, (Το ανέκδοτο κεφάλαιο Ο εμφύλιος πόλεμος στην Ελλάδα 1946-1949) 

(ΘΕΜΕΛΙΟ, 2008)

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου