Τετάρτη 25 Δεκεμβρίου 2013

Φιλία και έλεος στην αρχαία Ελλάδα

Επομένως, τι είναι αυτό που χαρακτηρίζει τις διαπροσωπικές σχέσεις στην Ελλάδα; Θα έβλεπα δύο πολύ σημαντικά στοιχεία, που εκφράζονται με τις λέξεις φιλία και έλεος. Ας αρχίσουμε από την πρώτη. 
Ο Αριστοτέλης, […] ο κατεξοχήν φιλόσοφος της κλασικής πόλης, θα τη συζητήσει διά μακρών […] Η φιλία προέρχεται από το ρήμα φιλώ, που σημαίνει αγαπώ. Όχι αγαπώ ερωτικά, αν και αυτό το νόημα είναι επίσης δυνατό. Η φιλία είναι το γένος που σαν επιμέρους είδη που έχει τις διάφορες μορφές συναισθημάτων που μπορούν να συνδέουν τα άτομα. Και στην ελληνική πόλη, η φιλία έχει πολύ σημαντικές θεσμικές πτυχές. Βεβαίως, πρόκειται κυρίως για τη φιλική σχέση μεταξύ ανδρών, συχνά βάσει άτυπων πολιτικών συνδέσμων που ονομάζονται ταιρεαι[1], ενώ ο Πλάτων όπως και ο Αριστοτέλης, θα πουν δικαίως ότι η φιλία είναι κατεξοχήν ο τύπος σχέσης που μπορεί να ευδοκιμήσει και να αναπτυχθεί σε μια ελεύθερη κοινότητα και ότι μια τέτοια κοινότητα την προϋποθέτει. Κατά κανόνα, η τυραννία δεν μπορεί να ανεχθεί τη φιλίαν[2]. Ο τύραννος έχει κάθε συμφέρον να εμποδίσει […] τη σύσταση μέσα στην κοινωνία ενός κέντρου αναφοράς που διαφεύγει του ελέγχου του. Μπορούμε να δούμε το πράγμα από μια μακιαβέλεια σκοπιά –δεν λέω μακιαβελική-, θέτοντας το ερώτημα του πως πρέπει να ενεργήσει ο τύραννος για να κυβερνήσει. Απάντηση: πρέπει να καταστρέψει τις φιλικές σχέσεις. Ας μεταθέσουμε το ερώτημα στην εποχή μας: τι χρειάζεται ένα ολοκληρωτικό καθεστώς για να εξασφαλίσει τη θέση του; Να διαρρήξει με κάθε τρόπο όλες τις ανεξάρτητες από αυτό σχέσεις μέσα στην κοινωνία, να καταφέρει να κονιορτοποιήσει το λαό και να καταστήσει μοναδικό κέντρο αναφοράς και ενοποίησης τους την ίδια την εξουσία. Δεν είναι εξάλλου τυχαίο το γεγονός ότι, πολύ συχνά, οι αφηγήσεις των τυραννοκτόνων φέρνουν στο προσκήνιο φίλους, όπως στο περίφημο παράδειγμα του Αρμόδιου και του Αριστογείτονος στην Αθήνα, οι οποίο σκότωσαν τον Ίππαρχο, γιο του τυράννου Πεισίστρατου […] Επομένως, η πρώτη διαπροσωπική σχέση που μετρά στην πολιτική ζωή της κοινότητας είναι η φιλία
Το δεύτερο στοιχείο, για να χρησιμοποιήσουμε τον όρο του Αριστοτέλη στον ορισμό της τραγωδίας, είναι ό έλεος –θα μπορούσαμε να πούμε επίσης η συμπάθεια-, δεν πρόκειται για οίκτο ή για κάπως δακρύβρεχτη συμπόνια, αλλά για το γεγονός ότι ο ένας μπαίνει στη θέση του άλλου και συμπάσχει, δηλαδή μεταφορικά, υφίσταται αυτό που κάνει τον άλλο να πάσχει, δεν μένει απαθής απέναντι στη δυστυχία του. Βρίσκουμε έτσι σε ένα λόγο του Δημοσθένη (Κατά Τιμοκράτους, 171, 1) το απόσπασμα όπου λέει ότι κατά γενική ομολογία, πρέπει τους ασθενείς ελεείν, να επιδεικνύεται έλεος απέναντι στους αδύναμους, να λαμβάνεται υπόψη αυτό που τους συμβαίνει.
Η ιδέα, φυσικά βρίσκεται ήδη στην Ιλιάδα. Σας θυμίζω τη σκηνή, στο τέλος του έπους, μεταξύ Αχιλλέως και Πριάμου. Βρίσκουμε εκεί όλο τον έλεον του κόσμου, ο καθένας μπαίνει στη θέση του άλλου, και μάλιστα με διάφορους τρόπους.
Μπορούμε λοιπόν να συγκρατήσουμε από τη μια την φιλίαν, και από την άλλη τον έλεον, ως τυπικά συναισθήματα που αφορούν στις σχέσεις μεταξύ ατόμων. Το επαναλαμβάνω, έχουμε να κάνουμε εδώ, φυσικά, με μια άτυπη θέσμιση, κάτι σαν έθιμο, αλλά με την ισχυρή έννοια του όρου, δηλαδή αυτό που κατά τα ειωθότα εφαρμόζεται στην πόλη. 
Εδώ είναι αναγκαία μια παρέκβαση. […] Μπορούμε, μέχρι ενός σημείου, να κατευθύνουμε την εξωτερική μας συμπεριφορά και να κυριαρχήσουμε στα συναισθήματά μας. Δεν είναι όμως δυνατό να τα αλλάξουμε επιβάλλοντας τη θέλησή μας ή από απλό ηθικό καθήκον. Το περισσότερο που μπορούμε να κάνουμε είναι να τα διαμορφώσουμε κατά τη διάρκεια της ζωής μας όπως λέει και ο Αριστοτέλης στην αρχή του δεύτερου βιβλίου των Ηθικών Νικομάχειων (1103a):
«Συμπέρασμα: οι αρετές δεν υπάρχουν μέσα μας εκ φύσεως -ούτε όμως και είναι αντίθετη προς τη φύση μας η γένεσή τους μέσα μας: η φύση μας έκανε επιδεκτικούς στις αρετές, τέλειοι όμως σ’ αυτές γινόμαστε με τη διαδικασία του έθους».
Και ιδού ένα πολύ ωραίο ανέκδοτο[3]: κάποιοι φίλοι του Σωκράτη γνώρισαν ένα διάσημο φυσιογνωμιστή, του έδειξαν από μακριά τον Σωκράτη και του ζήτησαν να περιγράψει το χαρακτήρα του. Εκείνος, αφού τον κοίταξε καλά, απάντησε ότι είναι ευέξαπτος και ανίκανος για αυτοέλεγχο, φιλήδονος, ψεύτης κ.λπ. Κατάπληξη και γέλια των φίλων, που τα μετέφεραν όλα στον Σωκράτη. Έτσι ακριβώς ήμουν, τους απαντά∙ έκτοτε άλλαξα τον εαυτό μου, τα ελαττώματα όμως αυτά παρέμειναν χαραγμένα στο πρόσωπό μου. 
Ας επανέλθουμε για λίγο στην φιλία. […] Δεν πρέπει να ξεχάσουμε ότι στην ελληνική αντίληψη –και ο Αριστοτέλης το αναφέρει ρητά- φιλία μόνο μεταξύ ίσων μπορεί να υπάρχει. Αυτό είναι εξάλλου που την ανάγει στο κατεξοχήν δημοκρατικό συναίσθημα. Θα ήταν γελοίο, λέει, να φανταστούμε ότι δεσμοί φιλίας μπορούν να συνδέσουν ένα θνητό με τον Δία. Από την άλλη, το συναίσθημα αυτό απευθύνεται σε ότι αξιολογούμε θετικά στον άλλο […] Βλέπετε λοιπόν ότι η φιλία εξαρτάται, κατά μια έννοια, από την πολιτική θέσμιση της πόλης, δεδομένου ότι η ίδια η πόλη θέτει τα άτομα ως ίσα, δημιουργώντας ως εκ τούτου τις συνθήκες για αυτό τον τύπο δεσμών. Και ταυτόχρονα η πόλη βεβαίως δίνει σε καθένα από τα μέλη της τη δυνατότητα να εξυψωθεί ώστε να γίνει άξιο φιλίας.
Υποθέστε τώρα ότι η θεμελιώδης ηθική προτροπή σε μια κοινότητα είναι η αγάπη, όχι η ανοχή ή η λύπηση, αλλά η αγάπη των πάντων ανεξάρτητα από το τι είναι ο καθένας, επιπλέον δε ότι πρέπει η αγάπη αυτή να επιδεικνύεται ακόμη περισσότερο όταν το άτομο δεν αξίζει ηθικά. Σε αυτό ακριβώς έγκειται, όπως ξέρουμε, το περιεχόμενο της χριστιανικής προτροπής σε ότι αφορά τις ατομικές σχέσεις. Ο πραγματικός χριστιανικός ήρωας είναι αυτός που μπορεί να φιλήσει τις πληγές των λεπρών ή ο Χριστός της παραβολής του Dostoevsky ο οποίος φιλά στο στόμα τον Μέγα Ιεροεξεταστή που μόλις του εξήγησε τις ορθολογικές φρικαλεότητες που γνωρίζετε.
Φυσικά δεν υπάρχει τίποτα παρόμοιο στον ελληνικό κόσμο. Η φιλία απευθύνεται στον άλλο στο βαθμό που ενσαρκώνει μια αξία, στο μέτρο που είναι καλός κγαθός, δηλαδή ένα ον «καλό και ωραίο». Όσο για τον έλεον, απευθύνεται σε όλο τον κόσμο, αλλά δεν πρόκειται για αγάπη. Είναι το γεγονός ότι άλλος λαμβάνεται υπόψη, η δυστυχία του μετρά και υπαγορεύει την ανάλογη δράση. Μπορεί να δείξει κανείς έλεον σε ένα λεπρό και να τον βοηθήσει χωρίς να τον αγαπά ούτε να αισθάνεται υποχρεωμένος να φιλήσει τις πληγές του.
Είναι αλήθεια ότι βρίσκουμε στον ελληνικό πνευματικό κόσμο κάτι που σηματοδοτεί ταυτόχρονα ένα όριο και μια αλλαγή, και για το οποίο ελέχθη –κακώς- ότι προανήγγειλε το χριστιανισμό. Πρόκειται βεβαίως για τη θέση που αποδίδει ο Πλάτων στον Σωκράτη […] και συνίσταται στην προτροπή του να μην απαντάς στο κακό με το κακό. Είναι προτιμότερο να υφίστασαι την αδικία από το να τη διαπράττεις. Είναι όμως διαφορετικό να πεις: μην απαντάς στο κακό με το κακό, πράγμα που αφορά στη συμπεριφορά μας και εξαρτάται από εμάς, είναι όπως λέει ο Αριστοτέλης, φ' μν, και είναι άλλο να λες: να αγαπάς αυτόν που σου κάνει κακό. Αυτή η προτροπή δεν αφορά την συμπεριφορά, αλλά στο συναίσθημα και είναι καθαυτή παράλογη, διότι κανείς δεν μπορεί να κυριαρχήσει τα συναισθήματα του. Δεν συζητώ καν για το αν πρέπει ή όχι να αγαπάμε αυτούς που κάνουν κακό. […] Εδώ έγκειται η διπλοπροσωπία ή η θεμελιώδης υποκρισία του χριστιανισμού. […]
Συμπεραίνοντας, ας επανέλθουμε σε δύο στοιχεία της άτυπης θέσμισης της κοινωνίας στην αρχαία Ελλάδα, δηλαδή στον έλεον και την φιλίαν. Διαβάστε σχετικά ή ξαναδιαβάστε αυτό το υπέροχο χωρίο των Ηθικών Νικομάχειων (Η, 1155a 23-29), όπου ο Αριστοτέλης λέει ότι πρόκειται για τη σημαντικότερη αρετή, σημαντικότερη ακόμη και από τη δικαιοσύνη, σε βαθμό που ο νομοθέτες δικαίως ασχολούνται περισσότερο με τη φιλίαν παρά με τη δικαιοσύνη […] Όπως και να’ χει το πράγμα, αντιμετωπίζει αρνητικά το γεγονός ότι οι τύραννοι δεν συμβιβάζονται με τη φιλία μεταξύ πολιτών και προσθέτει ότι αν η φιλία βασίλευε πάνω στην πόλη, δεν θα υπήρχε ανάγκη δικαιοσύνης διότι όπως λέει η παροιμία, «τα πάντα είναι κοινά μεταξύ φίλων» (Η, 1159B 30).
Κορνήλιος ΚαστοριάδηςΗ ελληνική ιδιαιτερότητα II. Η Πόλις και οι νόμοι
(ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΚΡΙΤΙΚΗ, 2008, σελ. 266-276)






[1] Η λέξη προέρχεται από το εταίρος, που απαντάται ήδη στον Όμηρο με την έννοια του «συντρόφου, συναγωνιστή, μέλους της ίδιας ηλικιακής κλάσης». Στην Κλασική Αθήνα οι ¨εταιρείαι¨ (¨συντροφιές¨, ¨αδελφότητες¨) ήταν απλώς κύκλοι πολιτικών φίλων που συγκεντρώνονταν γύρω από ένα σημαίνον πρόσωπο ή οικογένεια.
[2] Πρβλ. Πλάτων, Πολιτεία, Ι, 576a∙ Αριστοτέλης, Ηθικά Νικομάχεια, Θ, 1161a 30-35 – 1161b 1-10.
[3] Πρβλ. Κικέρων, Tusculanes, IV, 37

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου