Τετάρτη 30 Ιουλίου 2014

Αναλυτική ψυχολογία του Jung

Ο Carl Gustav Jung (1870-1961) υπήρξε μαθητής και συνεργάτης του Freud. Οι απόψεις όμως του Jung ενωρίς απέκλιναν από την ψυχαναλυτική θεωρία του δασκάλου του. Ο Jung, ενώ προοριζόταν να γίνει διάδοχος του Freud, το 1914 παραιτείται από την προεδρία της Διεθνούς Ψυχαναλυτικής Εταιρίας και δημιουργεί ιδιαίτερη ψυχολογική θεωρία, την οποία ονόμασε «Αναλυτική ψυχολογία» και «Ψυχολογία του βάθους».

Ο Jung, όπως και ο δάσκαλός του ο Freud, δέχεται την ύπαρξη δυναμικού ασυνειδήτου. Θεωρεί όμως τη libido ως μια γενική και αδιαφοροποίητη ψυχική ενέργεια που υπεισέρχεται σε όλες τις ανθρώπινες δραστηριότητες και την ταυτίζει με την ορμή για δράση. Ο Jung, με τον όρο ορμή για δράση, εννοεί ολόκληρη τη δραστηριότητα του ατόμου για την εξασφάλιση της τροφής, την αναπαραγωγή, την πνευματική δημιουργία κ.τ.ό. Η libido δηλαδή κατά τον Jung περιλαμβάνει και τη γενετήσια ορμή του Freud και την ορμή για επικράτηση του Adler.

Ο ψυχισμός του ανθρώπου κατά τον Jung αποτελείται από το συνειδητό και το ασυνείδητο. Τα δύο αυτά μέρη της ψυχής αλληλοσυμπληρώνονται. Το ασυνείδητο περιλαμβάνει δύο μέρη: α) Το προσωπικό ασυνείδητο και β) το κοινωνικό ασυνείδητο.

Το προσωπικό ασυνείδητο είναι το μέρος της ψυχής όπου έχουν εναποτεθεί εμπειρίες και βιώματα του ατόμου, όπως είναι: ατομικές παραστάσεις και επιθυμίες που άλλοτε ήταν συνειδητές και λησμονήθηκαν∙ εμπειρίες οδυνηρές για το άτομο που δεν είναι συνειδητές, αλλά δρουν συνεχώς και προκαλούν νευρώσεις∙ αντιλήψεις που προσπίπτουν στα αισθητήρια όργανα, αλλά δεν γίνονται σαφώς καταληπτές∙ και στοιχεία που δεν ωρίμασαν ακόμη για να γίνουν συνειδητά.

Το κοινωνικό (ή φυλετικό ή συλλογικό) ασυνείδητο, είναι το μέρος της ψυχής που περιλαμβάνει τα ένστικτα και τα αρχέτυπα. Τα αρχέτυπα είναι πανανθρώπινοι συμβολισμοί που χρησιμοποιεί το άτομο κάθε φυλής και εποχής για να εκφράσει πρωτογονικές εμπειρίες (έννοιες), όπως την αρρενωπότητα (animus) και τη θηλυκότητα (anima), τη γέννηση, το θάνατο, το γενετήσιο ένστικτο κ.ά. Τα αρχέτυπα είναι η συλλογική μνήμη του ανθρώπινου νου και εκδηλώνονται στις μυθολογίες των λαών, καθώς και στα όνειρα και στις φαντασιώσεις των ατόμων. Το κοινωνικό ασυνείδητο είναι το βαθύτερο στρώμα της ψυχής και αποτελεί το σημαντικότερο τμήμα του ασυνειδήτου.

Ο άνθρωπος, με βάση το προσωπικό και το κοινωνικό του ασυνείδητο και τις απαιτήσεις της κοινωνίας, διαμορφώνει έναν ψυχολογικό τύπο. Ο Jung διακρίνει δύο βασικούς τύπους: α) Τον εσωστρεφή, που είναι κλεισμένος στο δικό του κόσμο και ενδιαφέρεται περισσότερο για τις ιδέες- και β) τον εξωστρεφή, που είναι στραμμένος προς τον εξωτερικό κόσμο και ενδιαφέρεται περισσότερο για τα πράγματα. Ο καθένας από τους δύο βασικούς αυτούς τύπους υποδιαιρείται σε άλλους τέσσερις, με βάση τις θεμελιώδεις ψυχολογικές λειτουργίες: την αντίληψη, την ενόραση, τη νόηση και το συναίσθημα. Έτσι έχουμε τέσσερις εξωστρεφείς τύπους (τον αισθητηριακό, τον ενορατικό, το διανοητικό, το συναισθηματικό εξωστρεφή τύπο) και τέσσερις εσωστρεφείς τύπους (τον αισθητηριακό, τον ενορατικό, το διανοητικό, το συναισθηματικό εσωστρεφή τύπο). Ο Jung υποστηρίζει ότι οι δύο βασικές τυπολογικές διαθέσεις, η εσωστρέφεια και η εξωστρέφεια, υπάρχουν σε όλους τους ανθρώπους, στο κάθε όμως άτομο η μια από τις δύο είναι επικρατέστερη.

Οι νευρώσεις κατά τον Jung δημιουργούνται σε άτομα που δεν ζουν σύμφωνα με τον ψυχολογικό τους τύπο. Πολλές φορές το άτομο, στην προσπάθειά του να εξασφαλίσει οικονομικά και κοινωνικά οφέλη, αναγκάζεται να περιορίσει τα ενδιαφέροντά του και να εξειδικεύσει τις δραστηριότητές του. Αυτή η μονομερής ανάπτυξη της προσωπικότητας τελικά δημιουργεί συναισθήματα κενού και ματαιότητας και την επιθυμία για κάτι βαθύτερο, κάτι ουσιαστικότερο. Οι δυσμενείς επιδράσεις της μονομέρειας αυτής παρουσιάζονται στην ώριμη ηλικία. Γι’ αυτό, η θεραπευτική του Jung απευθύνεται κυρίως σε άτομα της μέσης ώριμης ηλικίας.

Η θεραπεία των νευρώσεων επιτυγχάνεται, αν βοηθηθεί το άτομο να ανακαλύψει τον τύπο του (εξωστρεφή ή εσωστρεφή) και να ζήσει σύμφωνα με αυτόν. Ο Jung πιστεύει ότι πρέπει να ενθαρρυνθεί το άτομο να αναπτύξει όλες τις ανεκμετάλλευτες δυνατότητες που υπάρχουν στο ασυνείδητο, για να βοηθηθεί να ολοκληρώσει την προσωπικότητά του. Γι' αυτό, συνιστούσε στους ασθενείς του να αφήνουν ελεύθερο το ασυνείδητό τους να εκδηλώνεται με κάποια καλλιτεχνική δραστηριότητα και τους παρότρυνε να διαβάζουν μυθολογία για να ικανοποιούν τα αρχέτυπά τους.

Ιωάν. Ν. Παρασκευόπουλος, Κλινική Ψυχολογία

(Ιδιωτική έκδοση, 1988, σ. 57-59)


Σάββατο 26 Ιουλίου 2014

Οι τρεις αρχές που πρέπει να ακολουθούμε

Η τηλεοπτική σειρά Kung Fu (1972 – 1975) είναι μια από τις καλύτερες που έχουμε παρακολουθήσει. Ακολουθεί τις περιπέτειες του Kwai Chang Caine (David Carradine), ενός αμερικανοκινέζου μοναχού Σαολίν, στην αμερικανική Άγρια Δύση.

Στο όγδοο επεισόδιο (Sun and Cloud Shadow) της πρώτης σεζόν ο Δάσκαλος αναφέρει στον Μαθητή του τις τρεις αρχές που ακολουθεί:

Δάσκαλος: Έχω τρεις αρχές που θυμάμαι και ακολουθώ:
Η πρώτη είναι η ευσπλαχνία, γιατί από αυτή έρχεται το κουράγιο.
Η δεύτερη είναι η λιτότητα, γιατί σε κάνει γενναιόδωρο.
Η Τρίτη είναι η ταπεινότητα, γιατί σε οδηγεί στην αρχηγία.
Μαθητής: Παράξενες αρχές. Πώς να τις κρατήσω και να τις ακολουθώ; Στη μνήμη; 
Δάσκαλος: Όχι νεαρέ μου, όχι στη μνήμη … αλλά στις πράξεις σου.

Πέμπτη 24 Ιουλίου 2014

Ναΐτες ιππότες και καπιταλισμός

Οι πρώτες εμπορικές τράπεζες εμφανίστηκαν στα τέλη του 13ου αιώνα σε πόλεις της Ιταλίας όπως η Σιένα. Ο όρος προέρχεται από το ιταλικό banco (= πάγκος), καθώς οι πρώτες τραπεζικές υπηρεσίες παρέχονταν σε πάγκους, στο κέντρο της πόλης. Το σύγχρονο τραπεζικό σύστημα, όμως, δεν ξεκινά με τους Ιταλούς εμπόρους. Οι απαρχές του ανάγονται στους Ναΐτες ιππότες, τάγμα πολεμιστών μοναχών που ιδρύθηκε το 1096, την επαύριο της Α΄ Σταυροφορίας με σκοπό να εγγυάται την ασφαλή μετάβαση των ευρωπαίων προσκυνητών που κατευθύνονταν προς την Ιερουσαλήμ […]

Όταν, λοιπόν, ένα τάγμα σκληραγωγημένων Σταυροφόρων, οι οποίοι ήταν επίσης γνωστοί για την εντιμότητά τους, προσφέρθηκε να «καλύπτει» τους κινδύνους του ταξιδιού, πολλοί έσπευσαν να δεχτούν την προσφορά.

Οι Ναΐτες απέκτησαν σύντομα αντιπροσώπους σε όλες τις μεγάλες ευρωπαϊκές πόλεις. Παράλληλα, διατηρούσαν οχυρά κατά μήκος των κύριων δρόμων που συνέδεαν τα σταυροφορικά κράτη.

Οι πολίτες μπορούσαν να καταθέσουν τα αγαθά τους σε οποιαδήποτε από τα «υποκαταστήματα» και έπαιρναν ένα επίσημο σημείωμα με το ακριβές ποσόν της «κατάθεσης» τους, το οποίο και μπορούσαν έπειτα να εισπράξουν από οποιοσδήποτε σταθμό των   Ναϊτών. Το γεγονός αυτό επέτρεπε στον Ευρωπαίο της εποχής να ταξιδεύει γρήγορα και ακίνδυνα και να αγοράζει ότι χρειαζόταν μετά την άφιξή του στον προορισμό του. Το κόστος ήταν μόνο ένα μικρό ποσοστό, σαν χρέωση για τις υπηρεσίες των Ναϊτών. 

Η Σφραγίδα των Ιπποτών του Ναού.
Οι 2 έφιπποι ερμηνεύτηκαν ως σύμβολο
της πενίας (επί ενός αλόγου) και του 
δυισμού μοναχού-στρατιώτη.
Οι Ναΐτες πλούτισαν πολύ κατά την περίοδο των Σταυροφοριών. Καθώς διαδραμάτιζαν σημαντικό ρόλο για την επιβίωση των σταυροφορικών κρατών, πήραν άδεια από τον Πάπα να αυτοδιοικούνται, πράγμα που σήμαινε ότι, ουσιαστικά, δεν λογοδοτούσαν σε κανέναν. Όταν τα σταυροφορικά κράτη άρχισαν να φθίνουν, οι Ναΐτες άρχισαν να επενδύουν τον τεράστιο πλούτο τους στην Ευρώπη.

Καθώς η ευρωπαϊκή παρουσία στην εγγύς ανατολή πλησίαζε στο τέλος της οι ηγεμόνες της Ευρώπης άρχισαν να νιώθουν άβολα με το γεγονός ότι διαθέτανε μια μεγάλη περιουσία στην οποία δεν είχαν πρόσβαση. Τελικά Εκκλησία και κράτη συνασπίστηκαν εναντίον των Ναϊτών. Τους κατηγόρησαν ως αιρετικούς και δράστες ανομολόγητων πράξεων.

Το τάγμα διαλύθηκε το 1314, οι επικεφαλής του κάηκαν στην πυρά και ο πλούτος τους κατασχέθηκε και μοιράστηκε. Ο Πάπας εμπιστεύθηκε το μερίδιό του σε άλλα ιπποτικά τάγματα που δεν ήταν και τόσο ανεξάρτητα. Με αυτά τα αποθέματα χρηματοδοτήθηκαν εγχειρήματα όπως η κατάκτηση της Πρωσίας από τους γηγενείς παγανιστές και η ανάκτηση των ισπανικών εδαφών από τους Άραβες. 

Στο εξής το τραπεζικό σύστημα επιβίωσε και αναπτύχθηκε κυρίως στην Ιταλία από ιδιώτες. Η βασική ιδέα παρέμεινε ουσιαστικά η ίδια από την εποχή των  Ναϊτών μέχρι την εμφάνιση των Ρότσιλντ τον 19ο αιώνα.

Dan Cryan, Καπιταλισμός
Εικονογραφημένος οδηγός

(Δημοσιογραφικός Οργανισμός Λαμπράκη, 2011,σ. 8-11)

Τρίτη 22 Ιουλίου 2014

«Το διασημότερο παράδειγμα αμοραλιστικού ρεαλισμού»

[…] Το πιο διάσημο ίσως παράδειγμα στην Ιστορία είναι ο διάλογος των Αθηναίων με τους κατατροπωμένους Μηλίους – διάλογο τον οποίο ο Guthrie ονομάζει «το διασημότερο παράδειγμα αμοραλιστικού ρεαλισμού» (Guthrie 1971: 85). Οι Αθηναίοι ενώ διαπραγματεύονται τους όρους παράδοσης, απευθύνονται στους Μηλίους σε σχετικό σημείο, με τον ακόλουθο τρόπο (Θουκυδίδου, Ιστορία, Ε 89, 105):

Λοιπόν κι εμείς δεν θα πούμε μεγάλα λόγια ούτε μακριές φράσεις για να αποδείξουμε ότι η νίκη μας επάνω στους Μήδους μας έδωσε το δικαίωμα ν’ ασκούμε την ηγεμονία μας ή ότι εκστρατεύσαμε τώρα εναντίον σας επειδή μας αδικήσατε. […] Ας συζητήσουμε, όμως, για το τι είναι δυνατόν να γίνει έχοντας υπόψη τους πραγματικούς σκοπούς του καθενός και ξέροντας ότι, στις ανθρώπινες σχέσεις τα νομικά επιχειρήματα έχουν αξία όταν εκείνοι που τα επικαλούνται είναι περίπου ισόπαλοι σε δύναμη (ήτοι, μόνο μεταξύ ίσων το δίκαιο υπερισχύει έναντι της δύναμης) και ότι αντίθετα ο ισχυρός επιβάλλει ό,τι του επιτρέπει η δύναμή του και ο αδύναμος υποχωρεί όσο του το επιβάλλει η αδυναμία του […]
Από ότι μπορεί κανείς να εικάσει για τους θεούς και από ότι είναι βέβαιο για τους ανθρώπους, πιστεύουμε ότι και οι θεοί και οι άνθρωποι ακολουθούν πάντα έναν απόλυτο νόμο της φύσης, να επιβάλλουν πάντα την εξουσία τους αν έχουν τη δύναμη να το επιτύχουν. Τον νόμο αυτόν ούτε τον θεσπίσαμε, ούτε τον εφαρμόσαμε εμείς πρώτοι. Τον βρήκαμε να ισχύει και τον ακολουθούμε, όπως θα τον ακολουθούν αιώνια όσοι μας διαδεχθούν και ξέρουμε καλά ότι κι εσείς και οποιοιδήποτε άλλοι θα κάνατε τα ίδια αν είχατε τη δύναμη μας.
(Εκδόσεις Οκτώ, 2009, σ. 74-75)

Κυριακή 20 Ιουλίου 2014

Μηχανισμοί άμυνας του Εγώ: Οι ασφαλιστικές δικλείδες της ψυχικής συσκευής

Βασικό αξίωμα της ψυχαναλυτικής θεωρίας, […], είναι ότι τα στοιχεία της ψυχής συγκρούονται μεταξύ τους, με αποτέλεσμα να βιώνει το άτομο εσωτερική ένταση, άγχος. Διαιτητής στη διαμάχη αυτή είναι το Εγώ. Το Εγώ, όταν στην αντιπαλότητα μεταξύ των στοιχείων της ψυχικής συσκευής προκύψει κάποια σύγκρουση, για να μειώσει την ψυχική ένταση, συχνά «αλλοιώνει» την πραγματικότητα κατά κάποιο τρόπο και παρακάμπτει το πρόβλημα, υιοθετώντας ψυχολογικές διαδικασίες που στην κλινική ψυχολογία είναι γνωστές ως μηχανισμοί άμυνας του Εγώ.

Οι κυριότεροι μηχανισμοί άμυνας του Εγώ είναι οι ακόλουθοι:

α) Απώθηση: Το άτομο εκδιώκει από το συνειδητό παρορμήσεις του Εκείνο που αντιτίθενται στις επιταγές του Εγώ, εξακοντίζοντάς τες στο ασυνείδητο. Οι ανεκπλήρωτες αυτές επιθυμίες παραμένουν έγκλειστες στο ασυνείδητο, μακριά από το συνειδητό. Έτσι, το άτομο μπορεί σχεδόν να ξεχνάει σκέψεις και κίνητρα, που αν έλθουν στο συνειδητό, του προκαλούν άγχος. Πιστεύεται ότι περιπτώσεις αμνησίας, χωρίς οργανική αιτία, είναι ακραίες μορφές απώθησης. Η απώθηση αποτελεί κεντρική έννοια στην ψυχαναλυτική θεωρία. Πιστεύεται μάλιστα ότι οι απωθημένες παραστάσεις μπορεί, ενώ βρίσκονται στο ασυνείδητο, μακριά από το συνειδητό, να συνεχίσουν να ενδυναμώνονται (να γίνονται σύμπλεγμα) και ότι αποτελούν τον αρχικό πυρήνα των νευρώσεων.

β) Εκλογίκευση: Το άτομο βρίσκει λογικοφανείς δικαιολογίες για μια αποτυχία, απογοήτευση ή απρεπή συμπεριφορά. Ο μαθητής π.χ., που δεν πετυχαίνει κατά τις εισαγωγικές εξετάσεις στη Σχολή της προτίμησής του, βρίσκει λογικά επιχειρήματα «να πείσει τον εαυτό του και τους άλλους» ότι κατά βάθος δεν ήθελε να πάει σε αυτό το επάγγελμα, γιατί «ο ίδιος είναι πλασμένος για κάτι διαφορετικό» κ.τ.ό. Συναφής είναι ο μύθος του Αισώπου για την αλεπού που δεν έφτανε τα σταφύλια και κατέληξε στο συμπέρασμα ότι «όμφακες εισί».

γ) Προβολή: Το άτομο, για να αντιμετωπίσει προβλήματα, απαράδεκτες τάσεις και σκέψεις του, προβάλλει σε άλλους ιδέες και κίνητρα που έχει ο ίδιος και του δημιουργούν άγχος. Το άτομο π.χ. που μιλάει συνεχώς για την κακοήθεια και την ατιμία των ανθρώπων, ίσως προβάλλει στους άλλους δικές του αντικοινωνικές διαθέσεις.

δ) Άρνηση: Το άτομο δεν αποδέχεται ότι έχουν πραγματικά συμβεί γεγονότα που του δημιουργούν άγχος. Το παιδί π.χ. που έχασε τον πατέρα του, μπορεί να αρνείται να δεχθεί το γεγονός και ασυνείδητα να «πιστεύει» ότι ο πατέρας του πήγε ταξίδι και θα επιστρέφει.

ε) Ταύτιση: Το άτομο υιοθετεί τις σκέψεις και τους τρόπους συμπεριφοράς κάποιου άλλου προσώπου για να συμμετάσχει στις επιτυχίες του και να αποφύγει τη δική του ανεπάρκεια. Η γυναίκα π.χ. που έχει λόγους να φοβάται ότι έχασε τη γοητεία της, ταυτίζεται με τις ηρωίδες των μυθιστορημάτων που πετυχαίνουν στη ζωή. Η ταύτιση του παιδιού με το γονέα του ίδιου φύλου είναι από τις βασικές διαδικασίες για την ανάπτυξη της προσωπικότητας.

στ) Υπεραναπλήρωση: Το άτομο προσπαθεί να αποκρύψει τα κοινωνικώς απαράδεκτα συναισθήματά του, υιοθετώντας το διαμετρικά αντίθετό τους. Ένα επιθετικό και εριστικό π.χ. άτομο μπορεί να συγκαλύπτει τα εχθρικά του συναισθήματα κάτω από μια υπερβολική ευγένεια και δουλοπρέπεια.

ζ) Υποκατάσταση: Το άτομο αντικαθιστά ένα κίνητρο που αδυνατεί να ικανοποιήσει με κάποιο άλλο πραγματοποιήσιμο. Το άτομο π.χ. που έντονα επιθυμεί να γίνει αθλητής και να αποκτήσει κοινωνική αναγνώριση, αλλά η σωματική του διάπλαση δεν του το επιτρέπει, ικανοποιεί αυτή του τη φιλοδοξία, προσπαθώντας να γίνει δυναμικός ρήτορας.

η) Παλινδρόμηση: Το άτομο υιοθετεί τρόπους συμπεριφοράς που προσιδιάζουν σε ηλικία μικρότερη από τη δική του. Η μεγαλύτερη αδελφή π.χ, για να «καλύψει» την αποτυχία της στο σχολείο, κάνει τα μαλλιά της κοτσίδες, παίζει με τις κούκλες της κ.τ.ό. Υιοθετεί δηλαδή μορφές συμπεριφοράς της ανέμελης ηλικίας του νηπίου.

Κατά την εφηβική ηλικία, το άτομο, εξοπλισμένο με τα γνωστικά σχήματα της αφαιρετικής σκέψης, μπορεί επιπλέον να χρησιμοποιεί και πιο περίτεχνους μηχανισμούς άμυνας του Εγώ, όπως είναι: α) Ο ασκητισμός (το άτομο προσπαθεί να αρνηθεί πλήρως τις ενστικτώδεις τάσεις και επιθυμίες του), β) ο διανοουμενισμός (το άτομο προσπαθεί να αντιμετωπίσει τις αγχογόνους καταστάσεις με πολύπλοκα ιδεοσυλλογιστικά επιχειρήματα και με λογικές ερμηνείες) και γ) η ονειροπόληση (το άτομο αφήνει τη σκέψη του να περιπλανηθεί στο χώρο της φαντασίας και του ονείρου).

Οι ψυχολογικοί μηχανισμοί άμυνας του Εγώ είναι, όπως είπαμε, ασυνείδητοι τρόποι συμπεριφοράς, τους οποίους χρησιμοποιεί το άτομο για να μειώσει το άγχος που βιώνει μετά από μια εσωτερική σύγκρουση, και εφόσον βρίσκονται μέσα σε ορισμένα όρια, θεωρούνται φυσιολογικές αντιδράσεις προσαρμογής. Είναι ασφαλιστικές δικλείδες που χρησιμοποιεί το Εγώ για να μειώσει το άγχος. Η χρησιμοποίησή τους είναι φυσιολογική, εφόσον όμως δεν γίνονται ο αποκλειστικός -μονοπωλιακός τρόπος αντιμετώπισης κάθε αντιξοότητας της ζωής.

Ιωάν. Ν. Παρασκευόπουλος, Κλινική Ψυχολογία

(Ιδιωτική έκδοση, 1988, σ. 49-51)


Πέμπτη 17 Ιουλίου 2014

Το ερώτημα αν υπάρχει θεός


Κάποιος ρώτησε τον κ. Κ. αν υπάρχει θεός. Ο κ. Κ. του είπε:

Σε συμβουλεύω να σκεφτείς αν η συμπεριφορά σου θ’ αλλάξει ανάλογα με την απάντηση που θα δώσεις στο ερώτημα. Αν δεν θ’ αλλάξει τότε η ερώτηση είναι περιττή. Αν θ’ αλλάξει τότε μπορώ τουλάχιστο να σε βοηθήσω λέγοντας πως εσύ αποφάσισες κιόλας: χρειάζεσαι ένα θεό.



Scripta Manent: Εγχειρίδιον Πολιτικής Παιδείας

(ΣΤΟΧΑΣΤΗΣ, 2013. σ.77)

Τετάρτη 16 Ιουλίου 2014

Η σημαίνουσα συνάντηση

Οι σπουδαίες συναντήσεις, είναι το αλάτι της ζωής. Συχνά απρόσμενες, έχουν ισχυρές επιδράσεις: διευρύνουν τον ορίζοντα, αναπροσανατολίζουν την ύπαρξη. Το 1933, ο Αντρέ Μπρετόν ενδιαφέρθηκε ιδιαίτερα γι’ αυτές. Έθεσε το ακόλουθο ερώτημα σε τριακόσια άτομα:

Μπορείτε να πείτε ποια ήταν η σημαίνουσα συνάντηση της ζωής σας; 

[…] Από την πλευρά μου, ένας νεανικός έρωτας βάρυνε ιδιαίτερα στην εξέλιξή μου […] Επιπλέον, πρέπει να πω ότι αναστατώθηκα, συγκλονίστηκα, όταν είδα την Άλλη γυναίκα, μια δραματική ταινία του Γούντυ Άλεν. […]

Η Μάριον, η ηρωίδα της ταινίας, την οποία ερμηνεύει η Τζίνα Ρόουλαντς, καθηγήτρια κι αναγνωρισμένη δοκιμιογράφος, παίρνει μερικές εβδομάδες άδεια για να γράψει το επόμενο φιλοσοφικό βιβλίο της. Απομονώνεται σε ένα νοικιασμένο διαμέρισμα, οργανώνει τις μέρες της σύμφωνα με ένα αυστηρό πρόγραμμα εργασίας. Η δουλειά της διακόπτεται από έναν υπόκωφο ήχο, μια φωνή καταρχάς ασαφή, ένα μουρμουρητό που βγαίνει από τον τοίχο του δωματίου. Για να διατηρήσει την ηρεμία της, φράζει με μαξιλάρια του καναπέ τον αεραγωγό. Μια μέρα, εντελώς τυχαία ακούει ένα μονόλογο, ένα είδος εξομολόγησης. Το διπλανό διαμέρισμα ανήκει σ’ έναν ψυχαναλυτή, και η φωνή που διακρίνει η Μάριον είναι μιας ασθενή. […]  

Κατ’ εικόνα του ταξιδιού που κάνει η ασθενής του ψυχαναλυτή η Μάριον βυθίζεται στον εαυτό της, ξεθάβει πληθώρα αναμνήσεων […] Αποτιμά τη μοναξιά της, με κάποια σκληρότητα, και την υπερβολικά σημαντική θέση που δίνει στη λογική και στην εχεφροσύνη. Γύρισε την πλάτη στον μεγάλο έρωτα, απόδιωξε το πάθος, λιποτάχτησε από τη ζωή […]

Συνειδητοποιεί ότι ο ορθολογισμός της, η ψυχρότητά της, το «σύστημα προστασίας» της, όπλα χρήσιμα στον καιρό τους, στρέφονται σήμερα εναντίον της […]

Την εποχή που είδα την Άλλη γυναίκα ήμουν κατηφής, κατατρυχόμουν από ένα διάχυτο άγχος μια αποχαύνωση. Στην ταινία, ένας στίχος του Ρίλκε αντηχεί με τρόπο βασανιστικό στο μυαλό της Μάριον:

«Γιατί το καθετί αποδώ σε βλέπει, η κάθε μια γωνιά. Ζωή ν’ αλλάξεις πρέπει».   

Επαναλάμβανα κι εγώ τούτο το στίχο, έπρεπε κι εγώ ν’ αλλάξω ζωή.




(ΜΕΤΑΙΧΜΙΟ, 2013, σ. 13-18)

Δευτέρα 14 Ιουλίου 2014

Ζεν

Η προέλευση του Ζεν

Η παράδοση λέει πως ο εμπνευστής του Ζεν ήταν ό ίδιος ο Βούδας. Όταν δίδασκε στο όρος της κορυφής του Όρνιου, χιλιάδες άνθρωποι πήγαν να τον ακούσουν να μιλάει. Κάθισε μπροστά τους σιωπηλός. Η ώρα περνάει και η σιγή συνεχιζόταν. Τελικά σήκωσε ψηλά ένα λουλούδι. Κανένας δεν κατάλαβε τη χειρονομία εκτός από τον Μαχακασιάπα που χαμογέλασε, αφού κατάλαβε πως τα λόγια δεν μπορούν να ανταγωνιστούν ένα ζωντανό λουλούδι.

Αντιλήφθηκε την ουσία της διδασκαλίας του Βούδα άμεσα και με αυτό το περιστατικό έλαβε χώρα η πρώτη μετάδοση της φώτισης από μυαλό σε μυαλό. Η γενεαλογία της μετάδοσης που ξεκίνησε τότε, έχει κεφαλαιώδη σημασία για το Ζεν, γιατί η αυθεντικότητα της εμπειρίας της φώτισης προϋποθέτει ότι η μετάδοση πρέπει να γίνει από ένα φωτισμένο δάσκαλο. Αυτή η άμεση μετάδοση από δάσκαλο σε μαθητή έχει διατηρήσει το Ζεν ζωντανό και δραστήριο ανά τους αιώνες. 

Μποντιντάρμα

Η ραγδαία ανάπτυξη του Ζεν ξεκίνησε από την Κίνα της δυναστείας των Τανγκ, όπου ήταν γνωστό ως Τσαν. Ο Ινδός μοναχός Μποντιντάρμα έφερε τον Βουδισμό στην Κίνα όπου άρχισε να συγχωνεύεται με τον Ταοϊσμό, […]

Όταν ο Μποντιντάρμα έφτασε στην Κίνα έγινε δεκτός από τον αυτοκράτορα Γου, ο οποίος είχε ασπαστεί τον Βουδισμό και του άρεσε πολύ να φορά βουδιστικά ράσα και να απαγγέλλει ψαλμούς. Ο αυτοκράτωρ παρουσιάζεται στις απεικονίσεις σαν καλλιεργημένος, εκλεπτυσμένος αριστοκράτης. Ο Μποντιντάρμα παρουσιάζεται σαν άγριος, απολίτιστος βάρβαρος με γουρλωμένα μάτια και φουντωτή γενειάδα. Υπήρξε ο πρώτος πατριάρχης του Βουδισμού στην Κίνα.

Αυτοκράτωρ: Από τότε που ανέβηκα στον θρόνο, έχτισα πολλούς ναούς, μετέφρασα πολυάριθμα Βουδιστικά κείμενα και ευνόησα τη μοναστική ζωή. Πόσοι έπαινοι μου αξίζουν;
Μποντιντάρμα: Κανένας.
Αυτοκράτωρ: Γιατί;
Μποντιντάρμα: Όλα αυτά είναι ασήμαντες πράξεις. Μια πραγματική αξιέπαινη πράξη βγαίνει κατευθείαν από την καρδιά μας και δεν έχει να κάνει με τα εγκόσμια επιτεύγματα.
Αυτοκράτωρ: Τότε γιατί πράγμα μιλάει το ιερό σου δόγμα.
Μποντιντάρμα: Για την απέραντη κενότητα, τίποτα το ιερό.
Αυτοκράτωρ: Τότε ποιος είσαι;
Μποντιντάρμα: Δεν ξέρω.
Ο Μποντιντάρμα είχε αποκαλύψει την ουσία της διδασκαλίας του χωρίς ο αυτοκράτορας να αντιληφθεί το παραμικρό. Ο Μποντιντάρμα έγραψε ένα στίχο που συνοψίζει το αληθινό πνεύμα της φιλοσοφίας του Ζεν.

Μια ιδιαίτερη μετάδοση έξω από τις γραφές που δεν στηρίζεται σε λέξεις και γράμματα, μια άμεση κατεύθυνση του ανθρώπινου νου προς την επίτευξη της φώτισης.
Ο χαρακτήρας των διδασκαλιών του Μποντιντάρμα ήταν ουσιαστικά ινδικός. Ένα μεταγενέστερος δάσκαλος, ο Χούι Νενγκ, το 7ο αιώνα, ήταν που έδωσε στο Ζεν την ιδιαίτερη κινεζική του απόχρωση.

Ο Χούι Νενγκ καταγόταν από φτωχή οικογένεια, ήταν αγράμματος και εξασφάλιζε τον επιούσιο πουλώντας καυσόξηλα. Μια μέρα βρισκόταν σε ένα σπίτι και άκουσε κάποιον απ’ έξω να απαγγέλει τη Διαμαντένια Σούτρα:

Άσε ελεύθερο το μυαλό σου να πλανιέται, χωρίς να σταματάει κάπου.

Ακούγοντάς το, βίωσε την εμπειρία της φώτισης. […] Όταν ο Χούι Νενγκ πήρε τον τίτλο του 6ου Πατριάρχη, […] εγκαθίδρυσε έναν πραγματικό κινεζικό Βουδισμό. Η ριζοσπαστική απόρριψη της προσήλωσης στα γραπτά κείμενα, για την οποία έμπνευση ήταν η κοσμιότητα και το χιούμορ του Ταοϊσμού, ήταν η απαρχή της μεγάλης γενεαλογίας του Ζεν στην Κίνα.

Μέθοδοι Ζεν

Ο Χούι Νενγκ καθιέρωσε τους δύο πυλώνες του Ζεν: τον διαλογισμό ζαζεν και τη μελέτη των κόαν.

Ζαζεν: ο διαλογισμός ζαζεν ήταν ουσιαστικά παρόμοιος με τεχνικές που διδάσκονταν και αλλού. Στο ζαζεν, η νοητική αντίληψη της φύσης του Βούδα μπορούσε να μετουσιωθεί σε άμεση προσωπική αποδοχή της αλήθειας.

Μελέτη των κόαν: Η μελέτη των κόαν ήταν μια καινοτομία που εισήγαγε στον Βουδισμό το Ζεν. Κόαν ονομάζεται οποιαδήποτε φράση του Βούδα, το συμπέρασμα από μια διδασκαλία του Ζεν, ή ένα επεισόδιο από τη ζωή ενός δασκάλου. Κάθε κόαν αποκαλύπτει στοιχεία της φύσης της απόλυτης πραγματικότητας. Το παράδοξο είναι απαραίτητο συστατικό, καθώς υπερβαίνει τη θεωρητική ή τη λογική σκέψη.

Το πρώτο κόαν αφορούσε μια φράση του Χούι Νενγκ:

Μοναχός: Πως θα απαλλαγώ από την άγνοια;
Χούι Νενγκ: Σταμάτα να τρέχεις πίσω από τα πράγματα, σταμάτα να σκέφτεσαι τι είναι σωστό ή λάθος και απλώς δες, τώρα αυτή τη στιγμή, πως έμοιαζε το πραγματικό σου πρόσωπο προτού γεννηθούν ο πατέρας σου και η μητέρα σου.
Είμαστε μαθημένοι να δίνουμε θεωρητικές απαντήσεις στα ζητήματα που μας απασχολούν και όταν ανακαλύπτουμε, ότι δεν υπάρχει απάντηση για κάποιο ερώτημα αναστατωνόμαστε. Η μελέτη του κόαν είναι ειδικά σχεδιασμένη ώστε να βραχυκυκλώνει όλη τη νοητική διαδικασία και ο ενδιαφερόμενος να αποτελεί άμεση αντίληψη της πραγματικότητας.

Οι απαντήσεις στα κόαν συχνά φαντάζουν σαν εξυπνακίστικοι αφορισμοί […] Ορισμένα βιβλία καταγράφουν τις «σωστές απαντήσεις» στα κόαν, αλλά, αν δεν συνοδεύονται από τη διαδικασία καθαρισμού του μυαλού από τον θεωρητικό τρόπο σκέψης, η νοητική εκμάθησή τους είναι άχρηστη […] Περίπου τον 10ο αιώνα, ο Βουδισμός στην Κίνα έχασε την ισχύ του […] Εκείνη την εποχή το ζωντανό πνεύμα της Βουδιστικής παράδοσης μεταλαμπαδεύτηκε στην Ιαπωνία.

Το Ζεν στην Ιαπωνία

Ο Βουδισμός εισήχθη στην Ιαπωνία περίπου τον 6ο αιώνα, συγχρόνως με τη ραγδαία αφομοίωση κάθε κινεζικού στοιχείου. Η Κίνα είχε έναν εκπληκτικά προηγμένο πολιτισμό και οι Ιάπωνες ηγέτες θεωρούσαν ότι η χώρα τους υστερούσε απέναντί της […]

Τα δόγματα που πρέσβευαν το υπερφυσικό ήταν έξω από την ιαπωνική κουλτούρα. Η τοπική θρησκεία ήταν το Σίντο, το οποίο χαρακτηρίζεται από την πίστη σε μια πλειάδα θεοτήτων που ονομάζονται Κάμι. Κάθε μυστηριώδης κοιλάδα, βουνό, βράχος, αιωνόβιο δέντρο, φίδι, κεραυνός ή φλόγα θεωρείται άξιο λατρείας, επειδή συνδέεται με τη στοιχειώδη πλευρά της πραγματικότητας. Η επίκληση αυτής της στοιχειώδους ιδιότητας, στην οποία το Κάμι μπορούσε να εισέλθει έγινε τμήμα του ιαπωνικού χαρακτήρα. Κανένα τμήμα της καθημερινής ζωής, δεν ήταν αποκλεισμένο από τη σχέση με τις θεότητες –το σπίτι είχε το Κάμι του, το τζάκι είχε το Κάμι του- κάθε ανθρώπινη δραστηριότητα αποκτούσε δεσμό μαζί τους. Οι αφαιρετικές υποθέσεις για την ύπαρξη ενός υπερφυσικού κόσμου, πέρα από τον πραγματικό, ήταν ξένη για τον ιαπωνικό πολιτισμό. 

Η διδασκαλία του Ζεν

Ο Ναν-Ιν, σύγχρονος δάσκαλος του Ζεν, συνάντησε έναν καθηγητή πανεπιστημίου.

Καθηγητής: Ναν-Ιν, ήρθα να σε ρωτήσω για το Ζεν.
Ναν-ιν: Κάθισε κύριε καθηγητά να πιούμε ένα τσάι.

Σερβίρισε το τσάι και γέμισε το φλιτζάνι του καθηγητή μέχρι που ξεχείλισε. Ο καθηγητής κοίταζε με φρίκη, ώσπου δεν κατάφερε να συγκρατηθεί.

Καθηγητής: Σταμάτα να βάζεις γέμισε!
Ναν-ιν: Όπως το φλιτζάνι, είσαι γεμάτος από τις υποθέσεις και τις απόψεις σου. Πως μπορώ να σου διδάξω το Ζεν, αν πρώτα δεν αδειάσεις το φλιτζάνι σου;
Το Ζεν προσαρμόστηκε στην τοπική κουλτούρα τονίζοντας τη σημασία του «εδώ και τώρα». Η διδασκαλία του Ζεν χρησιμοποιεί πάντα την παραδοξολογία και συχνά το αστείο, όπως και παραδείγματα από την καθημερινή ζωή μόνο και μόνο για να τα αναιρέσει. Οι δάσκαλοι του Ζεν δεν είχαν ενδοιασμούς στην προσπάθειά τους να πείσουν τους μαθητές τους να αποβάλουν τον καθιερωμένο τρόπο σκέψης τους. Οι τακτικές τους ήταν αντισυμβατικές και ορισμένες φορές, φαινομενικά σκληρές […]

Ο Βουδισμός επηρέασε τον τρόπο άσκησης του πολέμου, ώστε η νίκη μπορούσε να επιτευχθεί χωρίς να σκοτώσεις τον εχθρό. Οι ιαπωνικές πολεμικές τέχνες οδηγούν στην κατανόηση∙ η επιθετικότητα δεν έχει καμιά θέση ανάμεσά τους. Για παράδειγμα, υπάρχει μια ιστορία για έναν σαμουράι που λεγόταν Μπόκουντεν· καθόταν σε ένα μικρό πέρασμα, γεμάτο κόσμο, κι ένας ξιφομάχος στη βάρκα καυχιόταν για την απαράμιλλη δεξιότητα του στο σπαθί. Τον ρωτάει:

Ξιφομάχος: Από πια σχολή είσαι;
Σαμουράι: Είμαι από τη σχολή της νίκης δίχως χέρια.
Ξιφομάχος: Σε προκαλώ σε μονομαχία.
Σαμουράι: Όπως θέλεις, αλλά προτείνω να κατέβουμε στο νησί για να μην τραυματίσουμε κάποιον άλλο.
Ξιφομάχος: Σύμφωνοι.
Μόλις η βάρκα έφτασε στην ακτή, πήδηξε έξω, πήρε θέση άμυνας και τράβηξε το σπαθί του. Ο Μπόκουντεν φάνηκε να ακολουθεί τον αντίπαλό του, αλλά ξαφνικά έσπρωξε τη βάρκα πίσω στο ρεύμα. Φώναξε στον παρατημένο ξιφομάχο:

Έτσι νικάς τον εχθρό σου δίχως να χρησιμοποιήσεις τα χέρια σου.
Το Ζεν επηρεάζει όλους τους τομείς του ιαπωνικού πολιτισμού ακόμη και σήμερα. […]


Jane Hoppe, Βουδισμός: Εικονογραφημένος οδηγός

Εικονογράφηση: Borin Van Loon 

(Δημοσιογραφικός Οργανισμός Λαμπράκη, 2011, σ. 86-106)

Πέμπτη 10 Ιουλίου 2014

Ενσυναίσθηση

Ενσυναίσθηση είναι η συναισθηματική ταύτιση με ένα άλλο άτομο. Η αναγνώριση και η κατανόηση της θέσης, του συναισθήματος, των σκέψεων ή της κατάστασης κάποιου άλλου. Ένα άτομο που χρησιμοποιεί την ενσυναίσθηση μπορεί να αναγνωρίσει, να αντιληφθεί και να αισθανθεί αυτό που αισθάνεται ένα άλλο άτομο. Με αυτό τον τρόπο μπορεί να βάλει τον εαυτό του στη θέση του άλλου, να κατανοήσει τη συμπεριφορά του και να αναγνωρίσει τα κίνητρά του. Να δει δηλαδή τον κόσμο μέσα από τα μάτια του. Πρόκειται, εν ολίγοις, για ένα εξαιρετικά ισχυρό εργαλείο επικοινωνίας. Για μια ικανότητα που, αν και όλοι διαθέτουμε, την αγνοούμε. Γι’ αυτό και παραμένει αναξιοποίητη. (Διαβάστε περισσότερα εδώ και εδώ. Ένα πολύ διαφωτιστικό video εδώ)

Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα ενσυναίσθησης από την αρχαιότητα αναφέρεται στο 12ο    επεισόδιο («Tome-wan») της δεύτερης σεζόν της τηλεοπτικής σειράς Hannibal:   

Όποτε αναφέρεται στην Ιλιάδα, ο Πάτροκλος διέπεται απ’ την ενσυναίσθησή του.
-Μεταμφιέστηκε σε Αχιλλέα, στο πεδίο της μάχης. Πέθανε για εκείνον φορώντας την πανοπλία του.
Πράγματι. Η απόκρυψη κι η αποκάλυψη ταυτότητας είναι συνηθισμένο μοτίβο στα Ελληνικά έπη.
-Όπως, οι δοκιμασμένες στη μάχη φιλίες.
Ο Αχιλλέας ευχήθηκε να πεθάνουν όλοι οι Έλληνες, ώστε εκείνος κι ο Πάτροκλος να κατακτήσουν μόνοι τους την Τροία. Χρειάστηκε θεϊκή παρέμβαση για να πεθάνουν.


Δευτέρα 7 Ιουλίου 2014

Πολεμικά παιχνίδια

Οι άνθρωποι πάντα έπαιζαν και η κάθε εποχή είχε το δικό της αγαπημένο παιχνίδι. Τα περισσότερα είναι μίγμα επιδεξιότητας και τύχης, και πραγματικά καλός παίκτης είναι εκείνος που μετά από πολλά διαδοχικά παιχνίδια και σκαμπανεβάσματα της τύχης καταφέρνει να βγει αλώβητος. Υπάρχουν όμως μερικά παιχνίδια που αφήνουν ελάχιστα πράγματα στην τύχη - δεν έχουν ούτε ζάρια ούτε κρυφά χαρτιά. Αυτά είναι όσα βασίζονται στην καθαρή στρατηγική και η μελέτη τους είναι το αντικείμενο της θεωρίας των παιγνίων. Υπάρχουν επίσης άλλα που είναι κυριολεκτικά θέμα ζωής ή θανάτου. Καθώς τα σφάλματα τακτικής κοστίζουν λιγότερο σε ένα εικονικό πεδίο μάχης, οι διάφοροι στρατηγικοί εγκέφαλοι πάντα κατέφευγαν σε παιχνίδια πολέμου για να ασκήσουν τις δεξιότητες τους. Δεν είναι ίσως τυχαίο ότι το σκάκι και το γιαπωνέζικο γκο είναι στην ουσία εξιδανικευμένα παιχνίδια πολέμου. Δεν είναι επίσης περίεργο που η πρώτη πρακτική εφαρμογή της θεωρίας των παιγνίων έγινε στην ανάλυση ενός νέου είδους πολέμου, που θα μπορούσε να είναι ο τελευταίος.

Τον 19ο αι. οι Πρώσοι επινόησαν ένα παιχνίδι που λεγόταν Kriegspiel, κυριολεκτικά «παιχνίδι πολέμου». Παιζόταν σε μία σκακιέρα και ήταν καθαρά θέμα τακτικής. Με τον καιρό έγινε πιο ρεαλιστικό και απέκτησε και έναν διαιτητή ο οποίος αποφάσιζε σε περιπτώσεις κρίσεων με τη βοήθεια πινάκων δεδομένων από πραγματικές μάχες. Οι στρατιωτικές επιτυχίες του πρωσικού στρατού αποδίδονταν κυρίως στην υψηλού επιπέδου στρατηγική του, η οποία αναπτύχθηκε μέσα από προσομοιώσεις Kriegspiel. Το παιχνίδι διαδόθηκε σε άλλες χώρες, όπως επίσης στην Αμερική και την Ιαπωνία. Η ήττα της Γερμανίας στον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο έθεσε απότομο τέρμα στη μυθοποίηση των αποτελεσμάτων του παιχνιδιού. Άρχισε να γίνεται φανερό ότι η γρήγορη εξέλιξη των καινούργιων όπλων και των συστημάτων εφοδιασμού σήμαινε ότι ολόκληρη η βάση της στρατιωτικής στρατηγικής έπρεπε να αναθεωρηθεί. Έτσι οι στρατιωτικοί είχαν ανάγκη τους μαθηματικούς και τους επιστήμονες, όχι μόνο για να αναπτύξουν στρατιωτική υποδομή αλλά και για συμβουλές στρατιωτικής φύσεως - που μέχρι τώρα ήταν αποκλειστικά δουλειά στρατηγών με πολύ μεγάλες γνώσεις στρατιωτικής ιστορίας. Αυτό έγινε ιδιαίτερα αισθητό μετά από τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο, οπότε η συνείδηση ότι οι υπερδυνάμεις κατείχαν όπλα μαζικής καταστροφής άλλαξε εντελώς τους κανόνες της στρατιωτικής αναμέτρησης. Τα επιτραπέζια παιχνίδια με φιγούρες ιππικού και πυροβολικού έμοιαζαν πια προϊστορικά.

Όμως τα στρατιωτικά παιχνίδια εξακολούθησαν να αναλύονται μαθηματικά με την ελπίδα να προκύψουν θεωρίες πρακτικά εφαρμόσιμες. Ο Εμίλ Μπορέλ, Γάλλος μαθηματικός και υπουργός ναυτιλίας στη δεκαετία του '20, έγραψε τη Θεωρία των παιγνίων του, στην οποία ανέλυε πράγματα όπως η μπλόφα στο πόκερ και η εφαρμογή των μαθηματικών των παιγνίων στην οικονομία και στην πολιτική. Η επιρροή του Μπορέλ φαίνεται στο σημαντικό βιβλίο Θεωρία παιγνίων και οικονομική συμπεριφορά που εκδόθηκε το 1944 γραμμένο από έναν Ούγγρο μαθηματικό τον Τζων φον Νόυμαν και έναν αυστριακό οικονομολόγο, τον Όσκαρ Μόργκενστερν, που και οι δύο ήταν καθηγητές τότε στο Πρίνστον. Παρουσίαζαν τη θεωρία των παιγνίων σαν ένα πιθανό μοντέλο οικονομικής αλληλεπίδρασης. Ο οικονομολόγοι άργησαν να αφομοιώσουν αυτή την καινούργια θεωρία, η οποία στην πρώτη της εκδοχή είχε περισσότερη σχέση με τη στρατιωτική στρατηγική.

Ο Γιάνος φον Νόυμαν (1903-57), αργότερα γνωστότερος ως Τζων φον Νόυμαν, γεννήθηκε στη Βουδαπέστη και έδειξε από νωρίς τεράστιες μαθηματικές ικανότητες. Το 1921 κέρδισε μία από τις λίγες θέσεις που υπήρχαν για Εβραίους στο Πανεπιστήμιο της Βουδαπέστης, απ’ όπου πήρε διδακτορικό το 1926 με μία εργασία για τη θεωρία των παιγνίων, αν και δεν είχε παρακολουθήσει ούτε μία παράδοση. Στο μεταξύ έζησε στο Βερολίνο και τη Ζυρίχη μελετώντας χημεία, το αγαπημένο αντικείμενο σπουδών του πατέρα του, ενώ παράλληλα συνέχιζε τις μαθηματικές του σπουδές με μαθηματικούς όπως ο Χέρμαν Βάιλ και ο Τζωρτζ Πόλυα. Αργότερα σπούδασε με τον Ντάβιντ Χίλμπερτ στο Γκαίτινγκεν. Το 1930 πήγε στο Πρίνστον και το 1933 έγινε ένας από τους πέντε πρώτους μαθηματικούς που έγιναν μέλη του νεοϊδρυθέντος Ινστιτούτου Ανωτέρων Σπουδών, όπου και θα περνούσε την υπόλοιπη ζωή του. Παραιτήθηκε από τις θέσεις του στη Γερμανία όταν ανέλαβαν την εξουσία οι Ναζί και αποφάσισε να εγκατασταθεί στην Αμερική, όχι σαν πρόσφυγας αλλά επειδή θεωρούσε ότι εκεί υπήρχαν περισσότερες ευκαιρίες. Από το 1940 κατείχε διάφορες θέσεις συμβούλου κυρίως σε στρατιωτικά θέματα, δούλεψε στο Λος Άλαμος στον τομέα της κβαντικής μηχανικής για την παραγωγή της ατομικής βόμβας και το 1955 διορίστηκε στην Επιτροπή Ατομικής Ενέργειας. Από την εποχή της Ζυρίχης, ο Πόλυα αφηγείται ότι, «ο Τζόνυ ήταν ο μόνος φοιτητής που πραγματικά φοβόμουν. Αν στη διάρκεια της παράδοσης ανέφερα κάποιο από τα πολλά άλυτα προβλήματα των μαθηματικών, ήταν πολύ πιθανό, μόλις τελείωνε το μάθημα, να ερχόταν να με βρει ο φον Νόυμαν με έτοιμη τη λύση γραμμένη πρόχειρα πάνω σε ένα κομμάτι χαρτί». Πέθανε το 1957 από καρκίνο και οι φίλοι του αφηγούνται ότι ο μεγάλος του καημός ήταν ότι έχανε τις πνευματικές του ικανότητες μετά από μία ολόκληρη ζωή που προσπαθούσε να τις καλλιεργήσει. Οι πιο αξιομνημόνευτες εργασίες του είναι οι σχετικές με τη θεωρία των παιγνίων, την κβαντική μηχανική και τους υπολογιστές.

Ο απλούστερος τύπος παιχνιδιού είναι το παιχνίδι μηδενικού αθροίσματος για δύο παίκτες και δύο στρατηγικές - ένα παιχνίδι στο οποίο δύο απόλυτα λογικοί παίκτες παίζουν με σκοπό να κερδίσουν, οπότε το σύνολο του κέρδους είναι Ο, δηλαδή ό,τι κερδίζει ένας παίκτης το χάνει ο άλλος. Ένα διασκεδαστικό παράδειγμα είναι γνωστό ως το παιχνίδι «μοίρασμα του κέικ». Ένα κοινό σενάριο σε πολλά νοικοκυριά είναι η διαίρεση ενός κέικ ανάμεσα σε δύο παιδιά, ώστε κανένα από τα δύο να μην νιώθει ότι το άλλο έχει πάρει μεγαλύτερο κομμάτι. Η λύση είναι μία διαδικασία δύο βημάτων: το ένα παιδί κόβει το κέικ στη μέση και το δεύτερο επιλέγει πρώτο το κομμάτι του. Και τα δύο παιδιά θα θέλανε το μεγαλύτερο κομμάτι, αλλά βλέποντας λογικά ότι το κάθε παιδί αναγνωρίζει τη λαιμαργία του άλλου, υπάρχει μία βέλτιστη λύση. Το πρώτο παιδί πρέπει να κόψει το κέικ με τον πιο δίκαιο τρόπο που μπορεί, γιατί εάν το ένα κομμάτι είναι πολύ μεγαλύτερο, τότε το δεύτερο παιδί αναμφίβολα θα διαλέξει αυτό. Η αποκαλούμενη θεωρία ελαχίστου-μεγίστου (minimax) που ανέπτυξε ο φον Νόυμαν λέει ότι υπάρχει ένα «σημείο αυχένα» ή βέλτιστη λύση, όπου και οι δύο παίκτες θα είναι εξίσου ικανοποιημένοι. Η θεωρία επεκτάθηκε για να περιλάβει πάνω από δύο παίκτες και καθώς αυξανόταν ο αριθμός των παικτών, η εφαρμογή της θεωρίας γινόταν όλο και πιο δύσχρηστη. Ένα μεγάλο μέρος του βιβλίου πραγματεύεται τα παίγνια σε συνάρτηση με πίνακες απόδοσης για τους παίκτες, και καθώς ο αριθμός των παικτών αυξάνεται, οι πίνακες γίνονται όλο και μεγαλύτεροι απαιτώντας για τον υπολογισμό τους τεράστιες μήτρες.

Στη δεκαετία του '40 ο Τζων Φορμπς Νας επέκτεινε τη θεωρία του φον Νόυμαν σε παίγνια μη μηδενικού αθροίσματος. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι το χρηματιστήριο: μπορεί να υπάρχουν κερδισμένοι και χαμένοι ανάμεσα στους παίκτες, αλλά το συνολικό ποσό χρημάτων επίσης μεταβάλλεται, καθώς η κεφαλαιοποίηση της αγοράς αυξάνεται. Ο Νας ανακάλυψε ότι τα παίγνια με μη μηδενικό άθροισμα είχαν επίσης μία λύση ισορροπίας. Γεννήθηκε το 1928 στη Δυτική Βιρτζίνια, τελείωσε το Carnegie Institute of Technology και έκανε το διδακτορικό του στο Πρίνστον, υποβάλλοντας τη διατριβή του για τα μη-συνεργατικά παιχνίδια το 1950. Ταυτόχρονα, υπέβαλε μία εργασία, για την οποία, το 1994, κέρδισε το Νόμπελ της Οικονομίας. Από το 1951 δίδαξε στο ΜΙΤ όπου έκανε πρωτοποριακή έρευνα στη γεωμετρία, στις πολλαπλότητες Ρήμαν και στον ευκλείδειο χώρο. Το 1959 αυτός ο πολλά υποσχόμενος μαθηματικός αρρώστησε από σχιζοφρένεια. Τις εμπειρίες του και την ανάρρωση του στα μέσα της δεκαετίας του 70 τα περιέγραψε ο ίδιος προσωπικά στο παγκόσμιο συνέδριο ψυχιατρικής το 1996. Συνέχισε να παράγει εξαιρετικό έργο, ακόμα και τον καιρό που ήταν έγκλειστος στο νοσοκομείο, σε τομείς όπως η γεωμετρία, η τοπολογία και οι διαφορικές εξισώσεις. Σήμερα εργάζεται στη γεωμετρία του χώρου.

Η εργασία του Νας έδειξε ότι υπάρχουν σενάρια όπου η βέλτιστη έκβαση δεν είναι η πιο προφανής ενέργεια. Γνωστό παράδειγμα είναι το αποκαλούμενο δίλημμα του φυλακισμένου που το σκέφτηκε ο Μέλβιν Ντρέσερ και το ερμήνευσε ο Άλμπερτ Τάκερ σε μία διάλεξη του σε φοιτητές ψυχολογίας. Το σενάριο έχει αλλάξει κάπως λόγω των πολλών αφηγητών που ακολούθησαν, αλλά στην αρχική του μορφή ο Τάκερ εξηγεί ότι δύο άντρες έχουν συλληφθεί για κάποιο αδίκημα και τοποθετούνται σε διαφορετικά κελιά. Αν ομολογήσει μόνο ο ένας, θα ανταμειφθεί, ενώ ο άλλος θα τιμωρηθεί' αν και οι δύο ομολογήσουν, θα τιμωρηθούν και οι δύο· αν κανείς δεν ομολογήσει, θα αφεθούν και οι δύο ελεύθεροι. Η ουσία του διλήμματος είναι ότι η βέλτιστη έκβαση είναι να μείνουν και οι δύο σιωπηλοί, οπότε θα απελευθερωθούν και οι δύο, αλλά ο φόβος ότι μία τέτοια στρατηγική μπορεί να στραφεί εναντίον τους, αν ο άλλος ομολογήσει, ίσως τους οδηγήσει στην ομολογία, περίπτωση στην οποία θα τιμωρηθούν και οι δύο. Με τέτοια στρατηγικά παιχνίδια και σενάρια στο μυαλό αναζητήθηκαν εφαρμογές στον χώρο των διαπραγματεύσεων σε στρατιωτικό, επιχειρηματικό ή προσωπικό επίπεδο. Πειραματικά ανακαλύφθηκε ότι οι άνθρωποι είχαν έντονη την αίσθηση της θεωρητικά βέλτιστης λύσης και ότι η παραμικρή παρασπονδία αμέσως οδηγούσε στην αντίδραση της άλλης πλευράς, το γνωστό μας πανάρχαιο οφθαλμόν αντί οφθαλμού.

Το σκάκι είναι πιθανότατα το πιο δημοφιλές παιχνίδι στρατηγικής στον
 κόσμο. Ο Τζων Φορμπς Νας απέδειξε ότι παρά την πολυπλοκότητα του,
 το σκάκι έχει μία βέλτιστη στρατηγική. Η ανακάλυψη μιας τέτοιας 
στρατηγικής θα έκανε το σκάκι ένα ακόμα τετριμμένο παιχνίδι
 όπως η τρίλιζα.
Υπάρχουν παιχνίδια για τα οποία υπάρχει η βέλτιστη στρατηγική, και μόλις αυτή βρεθεί το παιχνίδι γίνεται στην ουσία τετριμμένο. Π.χ. η τρίλιζα είναι ένα πολύ δημοφιλές παιδικό παιχνίδι, αλλά από τη στιγμή που η στρατηγική της έγινε κατανοητή και ο κάθε παίκτης παίζει ορθολογικά, τότε όλες οι παρτίδες καταλήγουν σε ισοπαλία και το ενδιαφέρον χάνεται. Ο Νας απέδειξε ότι ακόμα και το σκάκι έχει μία βέλτιστη στρατηγική, αλλά είναι τόσο πολύπλοκο, που αυτή η βέλτιστη στρατηγική δεν έχει ακόμα βρεθεί, ούτε καν σε σημείο που να μπορεί να πει εάν η κάθε παρτίδα θα καταλήξει σε ισοπαλία ή σε νίκη για τα λευκά. Εάν κάποτε βρεθεί αυτή η βέλτιστη στρατηγική, τότε το σκάκι θα γίνει και αυτό βαρετό και τετριμμένο όπως και η τρίλιζα. Υπήρχε κάποια βέλτιστη στρατηγική για τα πυρηνικά όπλα; Για μερικά χρόνια η Αμερική ήταν η μόνη πυρηνική δύναμη, αλλά ο φόβος ότι η Ρωσία θα κατασκεύαζε το δικό της πυρηνικό οπλοστάσιο οδήγησε μερικούς διανοητές όπως ο φον Νόυμαν και ο Μπέρτραντ Ράσελ να υποστηρίξουν ένα άμεσο πρώτο πυρηνικό χτύπημα εναντίον της και την ίδρυση ενός παγκόσμιου κοινοβουλίου που θα επέβαλε παγκόσμια ειρήνη. Αυτό δεν εφαρμόστηκε και έτσι η πολιτική σύντομα άλλαξε. Έγινε πολιτική αποτροπής και εξασφαλισμένης αμοιβαίας καταστροφής (MAD). Αυτού του είδους οι στρατηγικές αναπτύσσονταν κατά κανόνα στους μυστικοπαθείς κόλπους διανοητών της εταιρίας RAND.

Η εταιρεία RAND ιδρύθηκε το 1945 με χρήματα που είχαν περισσέψει από την πολεμική προσπάθεια. Αρχικά ήταν τμήμα του ερευνητικού προγράμματος Douglas Aircraft αλλά το 1948 επανιδρύθηκε στην ουσία ως μη κερδοσκοπική οργάνωση χρηματοδοτούμενη από τον στρατιωτικό και τον επιχειρηματικό τομέα. Είναι ένα τυπικό think tank, μία συγκέντρωση δηλαδή εγκεφάλων που η βασική τους δουλειά είναι να «διανοούνται το αδιανόητο». Τα αρχικά RAND σήμαιναν «έρευνα και ανάπτυξη», με έμφαση στην εθνική στρατηγική σε έναν πυρηνικό κόσμο. Όλοι οι μαθηματικοί των ΗΠΑ στις δεκαετίες '40 και '50 που προαναφέρθηκαν κάποια εποχή δούλεψαν εκεί. Ο Νας τους εισήγαγε σε μία σειρά από παιχνίδια, που περιλάμβαναν και το Kriegspiel. Η λογιστική του πολέμου μελετήθηκε με ακρίβεια και αναπτύχθηκαν ασφαλείς μηχανισμοί για την αποτροπή οποιουδήποτε τυχαίου χτυπήματος. Με τον φόβο παρόντα και στις δύο πλευρές του αναπτυσσόμενου οπλοστασίου, η στρατηγική οφθαλμός αντί οφθαλμού έμοιαζε εντελώς απίθανη - το πυρηνικό παιχνίδι μπορούσε να παιχθεί μία και μόνη φορά. Η έντονη αντιπαράθεση των υπερδυνάμεων για δύο γενεές άφησε τα σημάδια της στον πληθυσμό και στους ηγέτες του. Διανοούμαι το αδιανόητο σήμαινε δεν αφήνω καμία πλευρά να διαπράξει το αδιόρθωτο.

Η RAND λειτουργούσε περισσότερο σαν πανεπιστήμιο και λιγότερο σαν στρατιωτικός οργανισμός. Οι άνθρωποι της είχαν την ελευθερία να ακολουθούν τα δικά τους ιδιόρρυθμα στυλ ζωής και η έδρα της ήταν ανοικτή 24 ώρες το εικοσιτετράωρο. Η RAND είχε και το δικό της πολύ πετυχημένο εκδοτικό τμήμα. Ένα από τα πιο δημοφιλή βιβλία που έβγαλε το 1954 ήταν το The Compleat Strategyst του Τζων Γουίλιαμς, μία εκλαϊκευτική παρουσίαση των εφαρμογών της θεωρίας των παιγνίων γραμμένη με το μαύρο χιούμορ που ήταν της μόδας στην οργάνωση. Τώρα υπάρχουν πολλά άλλα think tanks που οφείλουν την ύπαρξη τους στην επιτυχία της RAND, όμως κανένα από αυτά δεν είχε και δεν έχει στους κόλπους του τόσους πολλούς μαθηματικούς που η μόνη τους δουλειά να είναι η αφηρημένη σκέψη.

Σε αυτού του είδους τα στρατηγικά παιχνίδια χρησιμοποιείται η ορολογία της συνεργασίας και της αποστασίας. Η θεωρία των παιγνίων υπέστη αργότερα έντονη κριτική λόγω του κυνισμού με τον οποίο αντιμετωπίζει τους ανθρώπους ως άτομα που ενδιαφέρονται μόνο για το δικό τους καλό, αλλά μεταγενέστερες μελέτες έδειξαν ότι οι στρατηγικές που ακολουθούν οι άνθρωποι στην καθημερινή τους ζωή όντως αντανακλούν την αντίληψη που έχουν για το σχετικό κέρδος. Σε ένα παιχνίδι μηδενικού αθροίσματος η ισοπαλία θα άφηνε τους δύο παίκτες στο ίδιο σημείο από το οποίο θα είχαν ξεκινήσει, όταν όμως το παιχνίδι είναι μη μηδενικού αθροίσματος, όπως το χρηματιστήριο, το κέρδος και η απώλεια είναι σχετικά, και το παιχνίδι έχει περισσότερο να κάνει με τη μεγιστοποίηση του προσωπικού κέρδους παρά με τη νίκη κατά κάποιου αντιπάλου. Η συνεργασία έτσι γίνεται πιο συνηθισμένη εάν και οι δύο πλευρές κερδίζουν από τη συναλλαγή. Αν και αρχικά άργησε να αναπτυχθεί, η θεωρία των παιγνίων είναι τώρα πια ακέραιο τμήμα της ανάλυσης της οικονομίας της αγοράς. Μία πρόσφατη χρήση ήταν το παγκόσμιο φαινόμενο της εκχώρησης δημοσίων επιχειρήσεων στον ιδιωτικό τομέα εξασφαλίζοντας έτσι πολύτιμα έσοδα και ανοίγοντας καινούργιες αγορές για ανάπτυξη. Ολόκληρη η παγκόσμια αγορά είναι μία συνεχώς μεταλλασσόμενη σκηνή συνεργασιών και ανταγωνισμών - ένας κόσμος της θεωρίας των παιγνίων.

Προτείνω να εξετάσουμε το ζήτημα, «Μπορούν οι μηχανές να σκέπτονται;»...
Η νέα μορφή του προβλήματος μπορεί να περιγραφεί συναρτήσει ενός παιχνιδιού που το λέμε «παιχνίδι μίμησης». Παίζεται με τρία πρόσωπα, έναν άντρα (Α), μία γυναίκα (Β), και έναν ανακριτή (Γ) που μπορεί να είναι οποιουδήποτε φύλου. Ο ανακριτής βρίσκεται σε ένα δωμάτιο χωριστά από τους άλλους δύο. Αντικείμενο του παιχνιδιού για τον ανακριτή είναι να καταλάβει ποιος από τους άλλους δύο είναι ο άντρας και ποιος είναι η γυναίκα... το αντικείμενο του Α στο παιχνίδι είναι να παραπλανήσει τον Γ... Για να μην μπορούν να βοηθήσουν οι φωνές τον ανακριτή, οι απαντήσεις πρέπει να είναι γραπτές, ή ακόμα καλύτερα, γραμμένες στη γραφομηχανή. Το ιδανικό στήσιμο είναι να υπάρχει από ένα τηλέτυπο σε κάθε δωμάτιο... Το αντικείμενο του παιχνιδιού για τον τρίτο παίκτη (Β) είναι να βοηθήσει τον ανακριτή... Μπορεί να προσθέσει πράγματα όπως «εγώ είμαι γυναίκα μην τον ακούς αυτόν!» στις απαντήσεις της, αλλά κάτι τέτοιο δεν θα βοηθούσε καθόλου, δεδομένου ότι και ο άντρας θα μπορούσε να κάνει την ίδια ακριβώς δήλωση.
Ρωτάμε τώρα, «τι θα συνέβαινε αν τη θέση του Α σ’ αυτό το παιχνίδι την έπαιρνε μία μηχανή;» Ο ανακριτής θα κατέληγε σε λανθασμένη απάντηση με την ίδια συχνότητα όπως αν το παιχνίδι παιζόταν ανάμεσα σε έναν άντρα και σε μία γυναίκα; Αυτά τα ερωτήματα αντικαθιστούν το αρχικό μας, «Μπορούν οι μηχανές να σκέπτονται;»
Άλαν Τιούρινγκ, Can a Machine Think?, 1950

(Εκδόσεις Αλεξάνδρεια, 2002, σ. 159-163)