Τετάρτη 2 Σεπτεμβρίου 2015

Το ένστικτο της κληροδοσίας

Οποιοσδήποτε έχει ασχοληθεί σοβαρά με ιστορικές μελέτες, αποκλείεται να μην έχει προσέξει ότι κάθε άρχουσα τάξη επιθυμούσε εντονότατα να κληροδοτήσει στους απογόνους της την πολιτική εξουσία πού είχε συσσωρεύσει. Η κληροδοσία, της πολιτικής εξουσίας ήταν πάντοτε το λυσιτελέστερο μέσο για να διατηρηθεί η πρωτοκαθεδρία και επιβολή της οικείας κοινωνικής τάξης. Στο πεδίο τούτο εκτυλίχθηκε η ίδια διαδικασία πού γέννησε στο πεδίο του γενετήσιου βίου το αστικό οικογενειακό καθεστώς με τα παρελκόμενά του, το αδιάλυτο του γάμου, τις αυστηρές ποινές κατά της μοιχαλίδας και τα λεγόμενα πρωτοτόκια. 

Η αστική οικογένεια —καθόσον μας επιτρέπουν να εικάσουμε με ασφάλεια τα γλίσχρα προϊστορικά τεκμήρια πού διαθέτουμε — ανάγεται είτε στην έφεση του λίγο ή πολύ ευκατάστατου άνδρα να κληροδοτήσει την νόμιμα κεκτημένη ή κλοπιμαία περιουσία του στον νόμιμο και πιθανότατα φυσικό γιο του, είτε, κατ' άλλους, στο ενδιαφέρον της μητριαρχικής γυναίκας (και του γένους της) να περιέλθει το κληροδότημα στα δικά της παιδιά, και όχι σ' εκείνα των θεραπαινίδων του ανδρός της. Τις ίδιες αυτές τάσεις τις βλέπουμε να εκδηλώνονται και στο πεδίο της πολιτικής. Τρέφονται από κάθε λογής ιδιάζοντα, εγγενή στον άνθρωπο ένστικτα και υποθάλπονται σε πολύ μεγάλο βαθμό από ένα οικονομικό καθεστώς, το όποιο αναγνωρίζει ως βάθρο του την ατομική ιδιοκτησία ως προς τα μέσα παραγωγής και στο πλαίσιο του όποιου, σύμφωνα με τούς νόμους μιας φυσικής ψυχολογικής αναλογίας, θεωρείται κατ' ανάγκη και η πολιτική εξουσία ως κληροδοτήσιμο ατομικό περιουσιακό στοιχείο

Η ορμή του πατέρα να εξασφαλίσει στον γιο την κληρονομική πολιτική διαδοχή, υπήρξε αφάνταστα ισχυρή σε όλες τις ιστορικά γνωστές εποχές και συνέβαλε τα μέγιστα ώστε να αντικαταστήσει ή κληροδοτήσιμη από πατέρα σε γιο, κληρονομική μοναρχία την αιρετή. Η επιθυμία των κρατούντων να διαφυλάξουν τη θέση τους στην κοινωνική ιεραρχία υπέρ της οικογένειας τους υπήρξε τόσο σφοδρή ώστε, […], στις περιπτώσεις όπου μέλη των κυρίαρχων τάξεων δεν μπορούσαν να αποκτήσουν φυσικά τέκνα, όπως λ.χ. οι ανώτεροι ιεράρχες της ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας, αναφάνηκε αυθόρμητα και δυναμικότατα ο νεποτισμός, ως μετεξελιγμένη και ακραία μορφή του ενστίκτου της αυτοσυντήρησης και της κληροδοσίας.

Ακόμη και σε κράτη όπου φαινόταν αποκλεισμένη, τόσο δυνάμει του συνταγματικού δικαίου όσο και για λόγους αρχής, η αριστοκρατία παρεισέδυσε εντελώς αυτόματα και μάλιστα διττά: δια μέσου του οικονομικού διαφορισμού αφ' ενός και του μηχανισμού των συγκοινωνούντων δοχείων αφ' ετέρου. Οι Βορειοαμερικανοί, αν και δημοκράτες μέσα σε αβασίλευτο κοινοβουλευτικό καθεστώς, όπου δεν υπάρχουν κανενός είδους τίτλοι ευγενείας, κάθε άλλο παρά απηλλάγησαν από την αριστοκρατία μαζί με το αγγλικό στέμμα. Η αριστοκρατία των δισεκατομμυριούχων, των βασιλιάδων των σιδηροδρόμων, των πετρελαίων, του χοιρινού κρέατος κ.λπ. αποτελεί πραγματικότητα αναμφισβήτητη πλέον. Η ύπαρξη της εν λόγω ανώτερης τάξης, η όποια βέβαια κλιμακώνεται πάλι στο εσωτερικό της ανάλογα με τη λειτουργία, τον προσανατολισμό και την οικονομική ευρωστία των επιμέρους στοιχείων της, δεν ανάγεται απλώς σε αίτια του πρόσφατου παρελθόντος, καθώς αίφνης στη συγκέντρωση κεφαλαίου, η όποια συνεπάγεται τη συσσώρευση τρομερής κοινωνικής ισχύος και ευνοεί τον σχηματισμό φατριών, ή στη βαθμιαία συνδιαλλαγή του αυστηρού πνεύματος της αβασίλευτης δημοκρατίας με έννοιες, προκαταλήψεις και φιλοδοξίες του κόσμου της παλαιάς Ευρώπης. Ακόμη και σε εποχές όπου η νεαρή δημοκρατία και ελευθερία της βόρειας Αμερικής είχε μόλις σφραγισθεί με το αίμα των πολιτών της, ήταν δύσκολο, σύμφωνα με τον Alexis de Tocqueville, να βρεθεί έστω και ένας Αμερικανός μη καυχώμενος, όλο ματαιοδοξία, ότι άνηκε σε μια από τις πρώτες οικογένειες πού είχαν αποικίσει το αμερικανικό έδαφος.[1] Τόσο βαθιά ριζωμένη ήταν λοιπόν ή «αριστοκρατική προκατάληψη» στους πρώιμους εκείνους υπερμάχους της αβασίλευτης δημοκρατίας. Γεννήθηκε μάλιστα πραγματική ψύχωση γύρω από το πλοίο Mayflower.[2] Ακόμη και σήμερα, οι παλαιές οικογένειες ολλανδικής καταγωγής, οι όποιες φέρουν έξαλλου και ολλανδικά ονόματα, αποτελούν στην πολιτεία της Νέας Υόρκης αδιαμφισβήτητα αριστοκρατικό στρώμα, οιονεί τάξη πατρικίων, δίχως όμως τα εξωτερικά γνωρίσματα αυτών. 

Ήδη η γαλλική αστική τάξη, όταν αποδύθηκε στον αγώνα για την κοινωνική της άνοδο κατά τις τελευταίες δεκαετίες του 17ου αιώνα, δεν ήξερε τακτική άλλη παρά να υιοθετήσει τα ήθη και τις μορφές ζωής, τα γούστα και τούς πνευματικούς ακόμη προσανατολισμούς των φεουδαρχών ευγενών. Το 1670, ο Molière έγραψε τη λαμπρή κωμωδία ηθών Ο αρχοντοχωριάτης. Ο Abbé de Choisy, ο όποιος άνηκε στην noblesse de robe [αριστοκρατία των αξιωματούχων] και οι πρόγονοι του όποιου κατείχαν υψηλές θέσεις στο ανακτοβούλιο, αναθυμάται ότι η μητέρα τον νουθετούσε θερμά να καλλιεργεί κοινωνικές σχέσεις μόνο με τούς γαιοκτήμονες ευγενείς. Η διαδικασία αφομοίωσης του ανθού της αστικής τάξης από την αριστοκρατία προχώρησε ακατάσχετα. Επί Λουδοβίκου ΙΔ', οι κορυφαίοι αστοί μεταμορφώθηκαν σε ευγενείς. […]. Και στη σύγχρονη Γερμανία εκτυλίχθηκε κατά τα τελευταία σαράντα χρόνια, με αφάνταστα γοργό ρυθμό, η διαδικασία αφομοίωσης της νεαρής βιομηχανικής αστικής τάξης από την αριστοκρατία εκ γενετής. Οι Γερμανοί αστοί είχαν μπει εντελώς στον δρόμο του εκφεουδαλισμού τους. Εδώ η χειραφέτηση των μη ευγενών δεν κατορθώνει ειμή μόνο να ενισχύσει τούς αρχικούς κοινωνικούς τους αντιπάλους, τούς ευγενείς, τροφοδοτώντας τους με νέο αίμα και νέες οικονομικές δυνάμεις. 

Οι νεόπλουτοι δεν έχουν υψηλότερη φιλοδοξία από το να συγχωνευθούν κατά το δυνατόν παραχρήμα με τούς άρχοντες, κατασφαλίζοντας έτσι τη νέα θέση τους, καθώς και να αντλήσουν έπειτα από τη συγχώνευση αυτή ένα είδος νομίμου δικαιώματος συμμετοχής στην παλαιά άρχουσα τάξη, συμμετοχής η όποια μπορεί να παρουσιαστεί όχι πλέον ως επίκτητη άλλα ως κληρονομική. Η αρχή της (έστω και πλασματικής μόνο) κληρονομιάς συμβάλλει τα μέγιστα στο να επισπευσθεί η διαδικασία της κοινωνικής εκγύμνασης, του εθισμού των ανερχόμενων στοιχείων στο παλαιό περιβάλλον.

Michels Robert, Κοινωνιολογία των πολιτικών κόμματων στη σύγχρονη δημοκρατία

[ΓΝΩΣΗ, 1997, σ. 47-51]





[1] Alexis de Tocqueville, Η δημοκρατία στην Αμερική.
[2] Απ' αυτήν διαπνέεται και η Κού-Κλούξ-Κλάν, η οποία δεν κατατρέχει μόνο τούς έγχρωμους, αλλά όλους όσοι, καθώς οι καθολικοί, δεν κατάγονται από τούς πρώτους αποίκους και δεν εγκαταστάθηκαν παρά μεταγενέστερα στην Αμερική.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου